Επειδή ήταν Μυτιληνιά, κάποιος τεχνοκριτικός είχε τη φαεινή ιδέα να της αποδώσει τον τίτλο του διαδόχου του Θεόφιλου. Εκείνη απάντησε «Τι σχέση έχω εγώ μ’ αυτόν; Αυτός φτιάχνει καραγκιοζέλια». Στα μικρό και απομονωμένο χωριό που ζούσε, τα Αλυφαντά, δεν είχε φτάσει προφανώς η διεθνής αναγνώριση του Θεόφιλου και η ίδια θεωρούσε τα έργα της σπουδαία, παρόλο που τα αντάλλασσε πολλές φορές με αυγά.
Η Θεολογία Γιανναρέλλη γεννήθηκε το 1915 στο Αϊβαλί. Όταν πήγαινε στο Δημοτικό, περνούσε κάθε μέρα μπροστά από το εργαστήρι ενός ζωγράφου και είχε γοητευτεί από τα έργα του και την όλη διαδικασία. Ζήτησε λοιπόν από τον πατέρα της να της αγοράσει μολύβια και μπογιές. Κάτι της πήρε, αλλά δεν της έφταναν και έτσι άρχισε να φτιάχνει μόνη της πινέλα από τρίχες κατσίκας και χρώματα από υλικά που έβρισκε γύρω της. Ζωγράφιζε σε ό,τι έβρισκε, ξύλα, όστρακα, χαρτιά, πανιά…
Το 1922 η οικογένεια της αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Μικρά Ασία και να καταφύγει στην Λέσβο. Στην αρχή εγκαταστάθηκαν στον Μανταμάδο όπου ο πατέρας της δούλεψε για δέκα χρόνια σε ελαιοτριβεία ως μηχανικός. Μετά έμειναν για λίγο στη Θέρμη για να καταλήξουν οριστικά στη Μυτιλήνη. Στο μεταξύ, η Θεολογία είχε ανακαλύψει έναν δικό της τρόπο να φτιάχνει καμβάδες. Έπαιρνε κάμποτο (ένα είδος καραβόπανου), το έβαζε σε τελάρο και το περνούσε δύο και τρεις φορές με κόλλα για να σταθεροποιηθεί.
Ζωγράφιζε ακατάπαυστα. Τα θέματα της ήταν οι μνήμες της από τα παιδικά χρόνια στο Αϊβαλί, αλλά και ότι ζούσε ως ενήλικη σε μια αγροτική περιοχή της Λέσβου, Σκηνές από την καθημερινή ζωή, γάμοι, γιορτές, οι αποχωρισμοί των ναυτικών. Αποτύπωνε όλα όσα συνέβαιναν γύρω της με έναν δικό της τρόπο, μιας που δεν είχε κάνει ποτέ μαθήματα ζωγραφικής, ούτε είχε την ευκαιρία να δει πίνακες άλλων. Κάποια στιγμή παντρεύτηκε, έκανε πέντε παιδιά, τρία αγόρια και δύο κορίτσια, και τα μεγάλωνε ανταλλάσσοντας τους πίνακες της με αυγά, λάδι και ό,τι άλλο χρειάζονταν.
Καθώς περνούσαν τα χρόνια, οι πίνακες της Θεολογίας έπαιρναν αξία, μόνο που η ίδια δεν το αντιλαμβανόταν και συνέχιζε να τους πουλάει για ένα κομμάτι ψωμί. Κάποιοι από αυτούς κατέληξαν στη Σουηδία, στην Αυστραλία και την Αμερική και άλλοι σε σπίτια διάσημων Ελλήνων, όπως η Γλυκερία και ο Αντρέας Παπανδρέου. Η ίδια, ηλικιωμένη και άρρωστη, συνέχιζε να ανεβαίνει τον καθημερινό της Γολγοθά.
Πέθανε το 1981 στο Βοστάνειο Νοσοκομείο της Μυτιλήνης από κολπική μαρμαρυγή. Μετά τον θάνατο της διοργανώθηκαν εκθέσεις των έργων της στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Μέχρι από την Κίνα ήρθε τηλεοπτικό συνεργείο και της έκανε μακροσκελές αφιέρωμα. Όσοι Μυτιληνιοί είχαν αγοράσει πίνακες της βρέθηκαν ξαφνικά να κατέχουν μικρές περιούσιες. Ένας μάλιστα έφτιαξε ολόκληρο ξενοδοχείο με τα χρήματα που συγκέντρωσε από την πώληση των έργων της.
Δυστυχώς, οι φωτογραφίες που βρήκα δεν αναδεικνύουν ούτε τα χρώματα, αλλά ούτε και τις γραμμές της. Ελπίζω κάποιος να οργανώσει και μια αναδρομική έκθεση των έργων της στην Αθήνα.



















Τις πληροφορίες τις πήρα από ένα άρθρο που είχε γράψει η δισέγγονη της ζωγράφου Σοφία Μιμή, όταν ήταν μαθήτρια της Γ’ Γυμνασίου, στην Εσπερινή Φωνή.
Οι φωτογραφίες των πινάκων της προέρχονται από το βιβλίο της Ειρήνης Σιδερή Κουτσκουδή «Θεολογία Γιανναρέλλη – Η λαϊκή ζωγράφος της Λέσβου». Η Ειρήνη Σιδερή Κουτσκουδή χρησιμοποίησε έργα της Γιαναρέλλη και σε ένα άλλο βιβλίο της, το «Στης Αγιάσου τις ανηφοριές – Τραγούδια» που κυκλοφόρησε στη Μυτιλήνη το 2000. Και τα δύο βιβλία είναι δυσεύρετα σήμερα.